H εμπειρία πέντε ευρωπαϊκών κρατών A. ΜΑΡΚΟΥ
Στο «μάτι» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βρίσκεται η Ελλάδα για την ακρίβεια και γενικότερα για την ελλιπή αντιμετώπιση καταχρηστικών πρακτικών που οδηγούν σε υπερβολικές ανατιμήσεις προϊόντων από τις ελληνικές επιχειρήσεις. H χώρα μας βρίσκεται στις πρώτες θέσεις όσον αφορά τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη - τον Ιούνιο ο ετήσιος πληθωρισμός (year on year) ανήλθε, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, στο 3% έναντι μέσου όρου 2,4% στις 12 χώρες-μέλη της ΟΝΕ, ενώ δεν υπάρχουν ενδείξεις για αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων στο άμεσο μέλλον. Μπορεί τους τελευταίους μήνες η άνοδος των τιμών σε αρκετά βασικά είδη να οφείλεται στις τιμές του πετρελαίου, ωστόσο η Κομισιόν θεωρεί ανεπαρκή τα μέτρα που έχουν λάβει οι τελευταίες κυβερνήσεις με στόχο την προστασία των ελλήνων καταναλωτών.
H Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε σχετική έκθεσή της, που εξετάζει τους μηχανισμούς ελέγχου των τιμών και τις διοικητικές αρχές που ασχολούνται με τα παράπονα των καταναλωτών σε έξι χώρες-μέλη της EE, προτείνει για τη χώρα μας σειρά από μέτρα που θα βοηθήσουν προς την κατεύθυνση ελέγχου της αγοράς και μείωσης των κερδοσκοπικών φαινομένων. Συγκεκριμένα η Επιτροπή θεωρεί αναγκαία:
1. Την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής προστασίας του καταναλωτή ή την καθιέρωση θεσμού συνηγόρου του καταναλωτή.
2. Τη χρηματοδότησή τους από τον κρατικό προϋπολογισμό.
3. Την καθιέρωση Συμβουλίων Διαιτησίας για τις τιμές και τα παράπονα των καταναλωτών στο πλαίσιο των Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων.
4. Την άμεση συνεργασία της ανεξάρτητης αρχής προστασίας του καταναλωτή και της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
5. Την καθιέρωση κριτηρίων αντιπροσωπευτικότητας σχετικά με την αναγνώριση των καταναλωτικών οργανώσεων.
6. Τη χρηματοδότησή τους με βάση συγκεκριμένα προγράμματα.
7. Την ενεργοποίηση του Συμβουλίου Κατανάλωσης.
* Οι ανεξάρτητες αρχές
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ίδιας έρευνας, στις περισσότερες χώρες-μέλη της EE υπάρχουν ανεξάρτητες αρχές προστασίας του καταναλωτή. Για παράδειγμα στο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχει το Office of Fair Trading, στην Ισπανία το Ινστιτούτο Καταναλωτή, ενώ στη Γερμανία και στη Γαλλία ξεχωριστό υφυπουργείο Προστασίας του Καταναλωτή. Οι ανεξάρτητες αρχές, όπου υπάρχουν, λειτουργούν αυτοτελώς, χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό και είτε ασχολούνται με προβλήματα εφαρμογής του νόμου περί ανταγωνισμού είτε συνεργάζονται στενά με τις Επιτροπές Ανταγωνισμού. Οι Επιτροπές ή τα Συμβούλια Διαιτησίας διαδραματίζουν, σύμφωνα με την Επιτροπή, σημαντικό ρόλο στην επίλυση των διαφορών μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων.
Παράλληλα, οι καταναλωτικές οργανώσεις στηρίζονται και χρηματοδοτούνται από το κράτος, εφόσον αναγνωρίζονται και λειτουργούν με βάση συγκεκριμένα κρατικά προγράμματα, ενώ για την αναγνώρισή τους ισχύουν κριτήρια αντιπροσωπευτικότητας. Συνήθως οι οργανώσεις αυτές ασχολούνται και με την υπεράσπιση των μελών τους στα δικαστήρια, μέσα από δίκτυα δικηγόρων που αυτές έχουν δημιουργήσει. Από την πλευρά τους οι ανεξάρτητες αρχές δεν ασχολούνται με προσφυγές ιδιωτών στα δικαστήρια εκτός και αν οι σχετικές υποθέσεις αφορούν γενικά και σοβαρά θέματα. Για την προστασία των καταναλωτών, π.χ. για υπηρεσίες, ασφάλειες, τράπεζες, τηλεπικοινωνίες, υπάρχουν ειδικοί συνήγοροι ή αρχές, όπως συμβαίνει και στην Ελλάδα σε ορισμένους τομείς (π.χ. Τραπεζικός Μεσολαβητής).
* H προστασία των καταναλωτών
Σύμφωνα με την Επιτροπή η χώρα που διαθέτει ένα από τα αποτελεσματικότερα συστήματα προστασίας του καταναλωτή είναι το Ηνωμένο Βασίλειο. Συγκεκριμένα εκεί λειτουργεί ισχυρός ανεξάρτητος μηχανισμός, το Office of Fair Trading, το οποίο απασχολεί 700 άτομα. Το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού διορίζεται από την κυβέρνηση αλλά λειτουργεί ανεξάρτητα και ο προϋπολογισμός του φθάνει τα 55 εκατομμύρια λίρες ετησίως. Ασχολείται με την εφαρμογή του νόμου περί προστασίας του καταναλωτή και τον νόμο περί ανταγωνισμού μόνο σε περιπτώσεις καταστρατήγησής του. Ειδικότερα οι δαπάνες του αφορούν κατά 70% την εφαρμογή των νόμων περί προστασίας του καταναλωτή και του ανταγωνισμού έπειτα από καταγγελίες, κατά 17% επικοινωνία-διαφήμιση και κατά 13% μελέτες αγοράς.
Σε ετήσια βάση, ο οργανισμός δέχεται 1.000 καταγγελίες, από τις οποίες 50-60 είναι σοβαρές, ενώ μόνο 20-30 από αυτές καταλήγουν σε συμβιβασμό με τις επιχειρήσεις ή παραπέμπονται στα δικαστήρια. Το Office of Fair Trading συνεργάζεται στενά με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, στην οποία αναφέρει τα αποτελέσματα των ερευνών του προκειμένου να εφαρμοστεί ο νόμος περί ανταγωνισμού, και δέχεται 300 καταγγελίες ετησίως για καταχρηστικές πρακτικές από τις επιχειρήσεις που συγχωνεύονται, από τις οποίες 50 είναι σοβαρές, ενώ 10 καταλήγουν τελικά στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Εκτός του παραπάνω οργανισμού, υπάρχουν εξειδικευμένοι συνήγοροι του καταναλωτή (π.χ. για τα financial services και τις ασφάλειες), ενώ υπάρχει στενή συνεργασία μεταξύ των καταναλωτικών οργανώσεων, οι οποίες αναλαμβάνουν τη υπεράσπιση των μελών τους στα δικαστήρια μέσω ενός δικτύου δικηγόρων που έχουν δημιουργήσει.
Στην Ισπανία, στο υπουργείο Υγείας λειτουργεί το Ινστιτούτο Κατανάλωσης. Στο πλαίσιο του ινστιτούτου δραστηριοποιούνται τα αποκεντρωμένα Συμβούλια Διαιτησίας Κατανάλωσης, που υπάγονται στις αποκεντρωμένες αρχές. Τα συμβούλια αυτά είναι τριμελή, προεδρεύονται από έναν εκπρόσωπο της διοίκησης-δικηγόρο και συμμετέχουν σε αυτά ένας διαιτητής-εκπρόσωπος των καταναλωτικών οργανώσεων και ένας διαιτητής-εκπρόσωπος των επιχειρήσεων. Τα συμβούλια πρέπει να αποφασίζουν μέσα σε τρεις μήνες από την κατάθεση μιας καταγγελίας, ενώ η απόφασή τους εκτελείται υποχρεωτικά, εφόσον όλα τα μέρη συμφωνήσουν ότι θα υπαχθούν στη διαιτησία των συμβουλίων αυτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη 80.000 επιχειρήσεις έχουν δεχθεί το σύστημα αυτό.
Το Ινστιτούτο Κατανάλωσης ασχολείται με θέματα που υπερβαίνουν τις αρμοδιότητες και δυνατότητες των Συμβουλίων Διαιτησίας. Πρόσφατα λόγω των ανατιμήσεων μετά την εισαγωγή του ευρώ, το ινστιτούτο υποχρέωσε τους παραγωγούς και εμπόρους να αναγράφουν την τιμή παραγωγού και την τελική τιμή στα προϊόντα που διαθέτουν στον καταναλωτή. Το Ινστιτούτο Κατανάλωσης είναι αυτόνομο, ασχολείται επίσης με εκπαιδευτικά προγράμματα καταναλωτικών οργανώσεων, επιχορηγεί τις οργανώσεις αυτές, δημοσιεύει μελέτες και διαθέτει εργαστήρια ελέγχου τροφίμων και προϊόντων. Συνεργάζεται με τις καταναλωτικές οργανώσεις στο πλαίσιο του Συμβουλίου Καταναλωτών, όπου εκπροσωπούνται 50 καταναλωτικές οργανώσεις. Ο προϋπολογισμός του φθάνει τα 15 εκατ. ευρώ ετησίως. Πάντως και οι καταναλωτικές οργανώσεις είναι πολύ καλά οργανωμένες. Για παράδειγμα, η μεγαλύτερη οργάνωση της χώρας απαριθμεί 250.000 μέλη, πολυάριθμο προσωπικό και εργαστήρια.
Στην Ιταλία, η προστασία του καταναλωτή είναι περισσότερο υπόθεση των καταναλωτικών οργανώσεων παρά του κράτους. H αναγνώριση μιας καταναλωτικής οργάνωσης γίνεται εφόσον τα μέλη της αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 0,5% του ιταλικού πληθυσμού, δηλαδή 29.000 μέλη.
* H επιτροπή Ανταγωνισμού
Σήμερα υπάρχουν 14 οργανώσεις καταναλωτών με 50.000 μέλη η καθεμιά κατά μέσο όρο. Σημαντικά έσοδα των καταναλωτικών οργανώσεων προέρχονται από τα πρόστιμα που επιβάλλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Με πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση τα έσοδα της Επιτροπής Ανταγωνισμού χρηματοδοτούν ανάγκες των καταναλωτικών οργανώσεων εφόσον υπάρχουν συγκεκριμένα προγράμματά τους για χρηματοδότηση.
Οι περισσότερες περιπτώσεις καταγγελιών από καταναλωτές καταλήγουν στις 95 Επιτροπές Διαιτησίας που λειτουργούν σε όλη τη χώρα στο πλαίσιο των Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων. Στις επιτροπές αυτές υπάρχει ισομερής αντιπροσώπευση των καταναλωτικών και των επαγγελματικών οργανώσεων, ενώ όλοι οι καταναλωτές, σε ατομική ή συλλογική βάση, έχουν δικαίωμα να προσφύγουν σε αυτές.
* Τραπέζια Συμφιλίωσης
Ταυτόχρονα λειτουργούν ειδικά Τραπέζια Συμφιλίωσης όσον αφορά τις ταχυδρομικές υπηρεσίες, τους σιδηρόδρομους, τους αυτοκινητοδρόμους και τις τράπεζες, τα έξοδα λειτουργίας των οποίων βαρύνουν τις επιχειρήσεις και τις τράπεζες. Λειτουργούν επίσης ανεξάρτητες αρχές για την προστασία συμφερόντων των καταναλωτών, όπως η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή για τις Ασφάλειες, τις Τηλεπικοινωνίες και την Ενέργεια.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως και στην Ισπανία, λόγω των ανατιμήσεων με την εισαγωγή του ευρώ οι παραγωγοί και οι έμποροι υποχρεούνται να αναγράφουν ενδεικτική τιμή παραγωγής και τελική τιμή στα προϊόντα που διαθέτουν στην αγορά.
Τέλος στη Γερμανία και στη Γαλλία έχουν ιδρυθεί υφυπουργεία Προστασίας του Καταναλωτή. H γερμανική κυβέρνηση αναγκάστηκε να ιδρύσει ξεχωριστό υφυπουργείο, στο πλαίσιο του υπουργείου Γεωργίας, μετά την ασθένεια των «τρελών αγελάδων». Το υφυπουργείο ασχολείται με την επιστημονική ανάλυση των διατροφικών κινδύνων και με την αντιμετώπισή τους, καθώς και με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών, π.χ. ενοικιαστών, ασφαλισμένων σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες κ.ά. Επίσης καταρτίζει το θεσμικό πλαίσιο και υποστηρίζει τη δραστηριότητα των καταναλωτικών οργανώσεων. Οι ετήσιες δαπάνες του για την ενημέρωση των καταναλωτών ανέρχονται σε 21,7 εκατ. ευρώ.
Βασικός θεσμός για την προστασία του καταναλωτή στη Γερμανία είναι το ίδρυμα ελέγχου ποιότητας και υπηρεσιών, η εμβέλεια και το κύρος του οποίου είναι σημαντικά στοιχεία για την υποχρεωτική εφαρμογή των αποφάσεών του από τις επιχειρήσεις. Υπάρχει επίσης ο Ομοσπονδιακός Σύνδεσμος Προστασίας του Καταναλωτή που χρηματοδοτείται από το υφυπουργείο με 8,7 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ οι αποκεντρωμένες ενώσεις καταναλωτών χρηματοδοτούνται από τα κρατίδια. Σήμερα δραστηριοποιούνται 36 οργανώσεις σε επίπεδο κρατιδίων, 16 σε περιφερειακό επίπεδο, ενώ 22 έχουν κοινωνικό χαρακτήρα.
Στη Γαλλία το υφυπουργείο ιδρύθηκε το 1998, ενώ υπάρχει και ισχυρή διεύθυνση ανταγωνισμού, κατανάλωσης και πάταξης της απάτης στο υπουργείο Οικονομικών. Λειτουργούν επίσης το Εθνικό Ινστιτούτο Κατανάλωσης και το Εθνικό Συμβούλιο Κατανάλωσης, στα οποία εκπροσωπούνται επιχειρήσεις και καταναλωτικές οργανώσεις. Το ινστιτούτο είναι ιδιωτικού δικαίου, απασχολεί 80 άτομα και επιχορηγείται με 8 εκατ. ευρώ ετησίως από το κράτος. Ο συνολικός προϋπολογισμός του φθάνει τα 14 εκατ. ευρώ. Το ΔΣ του ινστιτούτου διορίζεται από την κυβέρνηση και εκπροσωπούνται σε αυτό 6 από τις 18 καταναλωτικές οργανώσεις.